Τά ἀποσπάσματα προέρχονται ἀπό τό βιβλίο τοῦ Γεωργίου Μπαμπινιώτη Η ΓΛΩΣΣΑ ΩΣ ΑΞΙΑ: ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ, (ΑΘΗΝΑ 1994 GUTENBERG)
καί ἐπιλέχθηκαν γιά νά τονίσουν τήν ἀναγκαιότητα μιᾶς Σημασιολογικῆς-Λεξιλογικῆς προσέγγισης στήν διδασκαλία τῆς ἑλληνικῆς,
καθότι καταντήσαμε νά διδάσκουμε τά ἑλληνικά μέ τόν ἵδιο τρόπο πού διδασκόμαστε τίς ξένες γλῶσσες,
δηλαδή λέξη, ἐρμηνεία,γραμματική χωρίς ἀναφορά στήν σημασία, τά ὅρια καί τήν ἀναγωγική δυναμική
πού προκαθορίζονται ἀπό τό πνευματικό καί δημιουργικό ἐπίπεδο κάθε λαοῦ.
«Ὄχι μόνο τό π ῶ ς θά ἐκφράσω αὐτό πού συλλαμβάνω μέ τόν νοῦ μου -ἡ γλωσσική ἔκφραση-,
ἀλλά καί ὁ ἴδιος ὁ κόσμος μου -ἡ ἔκταση, τό περιεχόμενο, οἱ ἰδιότητές του,
ὅ,τι μέ περιβάλλει- θά δ ι η θ η θ ε ῖ μέσα ἀπό τήν προκαθορισμένη γλωσσική ταξινομία μου
καί ἔτσι θά προσπελαστεῖ καί γλωσσικά ἀκόμη. Ἄρα, ἡ δεδομένη γλώσσα μου παρεμβαίνει καί
προ-καθορίζει, ὁρίζει καί περι-ορίζει τόν κόσμο μου στή σύλληψη, τή γνωστική προσπέλαση καί, φυσικά, στήν ἔκφρασή του.» (σελ.86)
«...ἀπό ἐπιλογή γενικοτέρων ἐννοιῶν θά ἀπαρτισθοῦν οἱ σ η μ α σ ί ε ς μιᾶς γλώσσας.
Ἐδῶ ἡ ἐπιλογή δέν συνίσταται τόσο στόν ἀποκλεισμό ὁρισμένων ἐννοιῶν εἰς βάρος ἄλλων,
ὅσο, κυρίως, στά ὅ ρ ι α πού θά χαραχθοῦν γιά τήν κάθε ἔννοια μέσα στό σύστημα τῶν σχέσεων
ἀντιθετικῆς μορφῆς μιᾶς γλώσσας ( συνωνυμίας, ὑπωνυμίας, ἀντωνυμίας κλπ. ),
ὅρια πού θά μετατρέψουν τίς ἔννοιες σέ σ η μ α σ ί ε ς...
Φυσικά, τόσο τό πρός ἐπιλογή ὑλικό ὅσο καί πολλές ἀπό τίς δυνατότητες συστηματικῆς συσχέτισής του ( γραμματικές κατηγορίες, δομές λειτουργίες γλώσσας)
ἔχουν καθολικότερο χαρακτήρα, ἀπ’ ὅπου καί ἡ οὐσιώδης συγγένεια τῶν ἀνθρωπίνων γλωσσῶν μεταξύ τους.
Ὡστόσο ἡ διαφοροποίηση...εἶναι ἐξ ὁρισμοῦ γιά κάθε ἐθνική γλώσσα δεδομένη.
Χωρίς ἐπιλογές δέν ὑπάρχουν γλῶσσες, ἀλλά γλώσσα...
...Οὔτε ἕνα φώνημα μιᾶς γλώσσας δέν συμπίπτει ἀπολύτως μέ τήν ἀντίστοιχη σημασία ἤ φώνημα μιᾶς ἄλλης γλώσσας...
στήν πραγματικότητα, ἀπό τή στιγμή πού ἔχουμε ἀπαρτισμένη μιά ἐθνική γλώσσα, τά στοιχεῖα (φθογγικά ἤ ἐννοιολογικά) παύουν νά ἔχουν ξεχωριστή ὀντότητα•
γίνονται φωνήματα ἤ σημασίες ἑνός συγκεκριμένου συστήματος ἔξω ἀπό τό ὁποῖο δέν μποροῦν νά νοηθοῦν.
Γίνονται αὐτό πού ὁ Saussure ἔχει ὀνομάσει γ λ ω σ σ ι κ έ ς ἀ ξ ί ε ς ( valeurs),
πού ὡς ἀξίες εἶναι ἀδύνατο νά νοηθοῦν ἔξω ἀπό τό ἀξιολογικό σύστημα ὅπου ἀνήκουν.
Ἔτσι, κάθε γλώσσα ὡς σύστημα ἀξιῶν διαφέρει ἀπό ὅλες τίς ἄλλες.» (σελ.84-85)
«...Μιά ἐθνική γλώσσα δέν διαφέρει ἀπό μιάν ἄλλη μόνο σέ ἐπίπεδο ὀνοματολογίας.
Δέν διαφέρει ἁπλῶς στό ὅτι χρησιμοποιεῖ ἄλλες λέξεις γιά τά ἴδια πράγματα,
ἀλλά κυρίως καί προπάντων στό τρόπο πού ἡ κάθε γλώσσα ὀργανώνει τήν ἔκφραση τοῦ κόσμου.
Γιά νά θυμηθοῦμε τόν Sassure, κάθε γλώσσα εἶναι μιά διαφορετική τ α ξ ι ν ο μ ί α τοῦ κόσμου.» (σελ.83)
« Ἡ γλώσσα κάθε λαοῦ -ἄν δεχθοῦμε τήν πραγματικότητα πώς κάθε λαός ἔχει τή δική του νοοτροπία,
τή δική του θέση γιά τόν κόσμο, τίς δικές του ἱεραρχήσεις, τίς δικές του ἀνάγκες- εἶναι καί μιά ἄλλη σύλληψη, ὀργάνωση καί ἔκφραση τοῦ κόσμου.
Μιά ἄλλη ταξινομία, καί γι’ αὐτό μιά ἄλλη γλώσσα.
Ἡ μέγιστη δέ διαφοροποίηση τῶν γλωσσῶν ἐμφανίζεται στό ἐπίπεδο τοῦ λεξιλογίου,
τῶν λεξικῶν καί γραμματικῶν σημασιῶν πού δηλώνονται σέ κάθε γλώσσα.» (σελ.243-244)
«Τό σημασιακό, ἐπικοινωνιακό παράγοντα ὑπηρετεῖ καί τό ...
σ η μ α σ ι ο λ ο γ ι κ ό – λ ε ξ ι λ ο γ ι κ ό .
Ἡ ἐτυμολογική, ἄρα καί πρωτογενῶς σημασιολογική, ὁμαδοποίηση τῶν λέξεων τῆς ἑλληνικῆς σέ λεξιλογικές ( ἐτυμολογικές) οἰκογένειες
δείχνει τή βαθύτερη σχέση τῶν λέξεων τῆς σύγχρονης ἑλληνικῆς μεταξύ τους, πράγμα πού ὁδηγεῖ στήν καλύτερη κατανόηση τῆς σημασίας τους
καί ἐξασφαλίζει τίς προϋποθέσεις γιά δημιουργικότερη ἀξιοποίησή τους στή γλώσσα.
Ἡ προσέγγιση αὐτή...ἐπιτρέπει νά μετατρέπεται ἡ σχέση τοῦ Ἕλληνα μαθητῆ μ’ ἕνα μεγάλο μέρος τοῦ λεξιλογίου τῆς σύγχρονης γλώσσας
...ἀπό δύσκολη καί παθητική ἀπομνημονευτική διαδικασία σέ ἐνεργητική, ἀναγνωριστική, αὐτόχρημα δημιουργική σχέση.
Συνάμα δέ σέ ἁπλούστερη καί βαθύτερη γνωριμία τοῦ μαθητή μέ τίς σημασίες τῶν λέξεων καί τίς ἔννοιες πού δηλώνουν.
...Αὐτό εἶναι ἀκριβῶς καί τό πνεῦμα ...πού πρέπει νά διέπει...τή διαχρονική προσέγγιση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας καί τῶν γραπτῶν κειμένων της.
Τό παλιό ( ἀρχαῖο, βυζαντινό ἤ λόγιο) πρέπει νά συνδέεται στή διδασκαλία μέ τό νέο σέ λεξιλογικό-σημασιολογικό κυρίως
ἀλλά καί σέ γραμματοσυντακτικό ἐπίπεδο· εἴτε γιά νά γίνει αἰσθητή ἡ συνέχεια στή χρήση εἴτε γιά νά φανεῖ ἡ διαφοροποίηση, ὅπου ὑπάρχει.
Καί τά δύο διδάσκουν μέ τόν τρόπο τους, ἀφοῦ αὐτό πού προέχει καί συνάγεται ἄμεσα ἀπό τή διαχρονική προσπέλαση
εἶναι ἡ σ υ ν έ χ ε ι α καί ἡ σ υ ν ο χ ή καί ὄχι τό «ἀμετάβλητο»τῆς ἑλλληνικῆς...
Τό σημαντικό εἶναι νά ἔχεις συνείδηση τῆς συνέχειας, αὐτοῦ πού συνδέει τό παλιό μέ τό καινούργιο.
Τό ἀσυγχώρητο -καί ἀνεύθυνο ὡς στάση- εἶναι νά ἀγνοεῖς τή συνέχεια, ἐν προκειμένω τή μακραίωνη παράδοση καί καλλιέργεια τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας,
καί νά τήν ἀντιμετωπίζεις σά νά ἦταν ὑπόθεση κάποιων δεκαετιῶν, ἀγνοώντας ἤ διαγράφοντας στήν πράξη ὅ,τι σημαίνει γιά τόν πολιτισμό
καί τήν παιδεία ἑνός λαοῦ, ἀλλά καί γιά τή συνείδηση τῆς ἴδιας τῆς ταυτότητας καί τῆς ἱστορικῆς του παρουσίας.» (σελ.160-162)
« Ἡ διαφοροποίηση κάθε γλώσσας συνδέεται, σέ μεγάλο βαθμό, μέ τήν ἱστορία καί τήν πνευματική καλλιέργεια κάθε λαοῦ...
Οἱ γλώσσες διαφέρουν ριζικά μεταξύ τους. Ὄχι ὡς δηλωτικά συστήματα, ἀλλά ὡς πολιτισμικά μορφώματα.
...Ἡ διαφοροποίηση κάθε γλώσσας σέ ἐθνικό ἐπίπεδο, ἀνάλογα μέ τήν ἱστορία, τόν πολιτισμό, τήν παράδοση
καί τήν ἰδιοσυγκρασία τοῦ λαοῦ πού τή διαμόρφωσε κι ἐκφράζεται σ’ αὐτήν,
ἀποτελεῖ καθοριστικό στοιχεῖο τῆς ἐ θ ν ι κ ῆ ς τ ο υ τ α υ τ ό τ η τ α ς .
Ἑλληνισμός, ἑλληνικότητα, ἑλληνική συνείδηση, Ἑλλάδα χωρίς ἑλληνική γλώσσα δέν μποροῦν νά ὑπάρξουν μέ οὐσιαστικό, ἄμεσο καί ἀποτελεσματικό τρόπο.
Φολκλορικές συλλήψεις τοῦ Ἑλληνισμοῦ, πού τόν ταυτίζουν μέ τό συρτάκι ἤ τή χλαμύδα, εἶναι ρηχές, ἀφελεῖς μέχρι καί εὐτελιστικές ἐπινοήσεις...
Στήν ἱστορική πορεία τοῦ Ἑλληνισμοῦ εἶναι ἀξιοθαύμαστο νά βλέπει κανείς
πόσο ἡ ἑλληνική γλώσσα ὑπῆρξε πάντα χαρακτηριστικό συστατικό τῆς ἰδιοπροσωπίας τοῦ Ἕλληνα.
Οἱ ἀγράμματοι, κατά τά ἄλλα, καλόγεροι τῶν βυζαντινῶν μοναστηριῶν, παρά τήν εὐνόητη ἀπέχθειά τους πρός κάθετι τό εἰδωλολατρικό,
διέσωσαν ἐντούτοις καί διατήρησαν γιά πάντα, ἀντιγράφοντάς τα μέ πολύν μόχθο, τά κείμενα τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γραμματείας,
τά ὁποῖα αἰσθάνονταν πώς συνέχιζε ἡ συγκαιρινή τους γλώσσα, συνδέοντας συγχρόνως τόν βυζαντινό μέ τόν ἀρχαῖο -ἔστω καί εἰδωλολατρικό- Ἑλληνισμό.
Κι ὅταν στά σκοτεινά χρόνια τῆς τουρκικῆς κυριαρχίας, ὁ καλόγερος πάλι ἤ ὁ ἱερέας δίδασκε στό κρυφό σχολειό
τήν ἑλληνική γλώσσα μέσα ἀπό τό κείμενο τοῦ Εὐαγγελίου, γνώριζε καλά πώς πάνω στήν ἑλληνική γλώσσσα, ὅπως προβάλλει μέσα ἀπό τό πέρασμα τοῦ χρόνου,
πατᾶνε γερά καί τά δύο, ἑλληνική καί ὀρθόδοξη παιδεία, ἑλληνική καί ὀρθόδοξη παράδοση, ἑλληνική καί ὀρθόδοξη συνείδηση.» ( σελ.245-247)
«...Πρέπει τό συντομότερο νά ἐπανασυνδεθεῖ γλωσσικά ὁ μαθητής μέ τίς γλωσσικές ρίζες του,
νά ξαναβαπτισθεῖ στά νάματα τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῡ λόγου καί τῆς εὐρύτερης γλωσσικῆς μας παράδοσης.
Πρέπει ἠ ἑλληνική γλώσσα νά διδαχθεῖ στή διαχρονική της διάσταση, δηλαδή στήν ἀμφίδρομη σχέση τῆς ἀρχαίας καί τῆς νέας μορφῆς της...
...ἀφήσαμε ἀβοήθητο γλωσσικά ( ἄρα καί ἐννοιολογικά, ἄρα καί νοητικά) τόν μαθητή νά τρέφεται τά ἐννέα τῆς ὑποχρεωτικῆς ἐκπαιδεύσεως
μέ «γλωσσικές κονσέρβες» παρασκευασμένες συχνά μέ κακῆς ποιότητος γλωσσικά ὑλικά καί συντηρητικά
...ἔτσι χάθηκε ...ἀνεπιστρεπτί ἡ ἀβίαστη ἐπαφή του μέ τίς ρίζες καί τίς ἐτυμολογικές βάσεις
...χάθηκε ...καί ἐξαφανίστηκε ...στή γλωσσική συνείδηση τῶν παιδιῶν ἡ ἐτυμολογική-σημασιολογική διαφάνεια...
Κι ὅμως ἡ ἐπαφή μέ τίς «πρῶτες ἔννοιες», μέ τίς βασικές σημασίες καί τό δηλωτικό τους περιεχόμενο
εἶναι πού ὀξύνει ἀπό γλωσσικῆς πλευρᾶς τή νοητική ἱκανότητα τοῦ παιδιοῦ.
...ἦλθε ἡ ὥρα νά ἀναθεωρήσουμε ριζικά τή στάση καί τήν ἀπο-στασία μας ἀπό τήν ἀρχαία μορφή τῆς γλώσσας μας...
( ἡ ἐπανασύνδεση δηλαδή τῶν παιδιῶν μέ τίς γλωσσικές μας ρίζες) ἀποτελεῖ σημαντικό π ο λ ι τ ι κ ό γ ε γ ο ν ό ς.
Ἄν ὅμως τά μέτρα καί οἱ ἀποφάσεις γιά τή γλώσσα,
οἱ ἀποφάσεις δηλαδή γιά τήν ἐπικοινωνία, τήν αὐτοσυνειδησία καί τήν ταυτότητα ἑνός λαοῦ δέν ἀποτελοῦν πολιτικά γεγονότα,
τότε τί εἶναι πολιτικό γεγονός; ἡ αὔξηση τῆς Α Τ Α ἤ ἡ καθιέρωση τοῦ Φ Π Α;» (σελ. 150-153)
"...Στίς μέρες μας, πού ἡ κοινωνία θέριεψε -μέ τή μεταφορική ἀλλά καί τήν κυριολεκτική σημασία τῆς λέξης
- τόσο πού νά χάνουν τά «μέλη» της τή μεταξύ τους ἐπι-κοινωνία καί νά κινδυνεύει τελικά ἡ ἴδια νά «διαμελιστεῖ» καί ν’ἀπομείνει...ἀ-κοινώνητη· στίς μέρες μας,
ἡ σωστή καί μεστή μεταξύ μας γλωσσική ἐπικοινωνία ἀποκτᾶ καίρια σημασία.
Στήν κοινωνία τῶν πυρηνικῶν ἀντιδραστήρων, πού ὁ μοιραῖος ἀστέρας τῆς Ἀποκαλύψεως, ὁ ἐπιλεγόμενος Ἄψινθος,
μᾶς ἀπειλεῖ προφητικά μέ καταστροφές καί συντέλειες
( τί τραγική σύμπτωση ὁ Ἄψινθος τῆς Ἀποκαλύψεως νά συμπίπτει μέ τόν ἄψινθο, τήν ἀψιθιά, πού σημαίνει στά ρώσικα ἡ λέξη Τσέρνομπιλ!...),
στήν ἐποχή μας, ἐπαναλαμβάνω, ἡ πιό ἀνθρώπινη, ἀξιοπρεπής κι ἀποτελεσματική ἀντί-δραση στούς κάθε λογῆς ἀντιδραστήρες μπορεῖ μόνο νά εἶναι ἡ ἀπόφασή μας
γιά οὐσιαστική καί γόνιμη ἐπικοινωνία μεταξύ μας, γιά ἄμεση, βαθύτερη, εἰλικρινή σ υ ν ά ν τ η σ η μέ τά μέλη τῆς εὐρύτερης, τῆς παν-ανθρώπινης κοινωνίας μας.
Ἐννοῶ τήν προσπάθεια νά πετύχουμε τήν πιό λεπτή, τήν πιό σύνθετη, τήν πιό δημιουργική,
ἀλλά συνάμα καί τήν πιό παρεξηγημένη καί κακοποιημένη μορφή ἐπικοινωνίας τῆς ἐποχῆς μας: τήν ε ἰ ρ ή ν η .
Γιατί εἰρήνη χωρίς γνήσια, χριστιανικά ἐρωτική σχέση μέ τούς ἄλλους, σχέση ἀνιδιοτελοῦς προσφορᾶς, ἔν-τιμου καί ἰσό-τιμου διαλόγου συν-ζητήσεως,
μέ ἄλλα λόγια εἰρήνη χωρίς ἐπι-κοινωνία, στήν πιό βαθιά καί οὐσιαστική της ἔννοια, εἶναι ἤ ἀφελῆς οὐτοπία ἤ προπαγανδιστική σύλληψη.
Στόν «αἰώνα τῆς ἐπικοινωνίας», στόν αἰώνα μας, πού οἱ πληροφορίες πού δίνουμε καί παίρνουμε ἔχουν φθάσει ποσοτικά στόν «κολοφώνα τῆς δόξης» τους,
ὁ βομβαρδισμός μας ἀπό πληροφορίες καί γνώσεις, ἡ ὄψιμη «σοφία» μας ἔχει ἀρχίσει ἀπροσδόκητα νά ὁδηγεῖ σέ κατάρρευση τήν ἀνθρωπιά μας,
σέ σπάνιο φαινόμενο τή συνάντηση ἀνθρώπου μέ ἄνθρωπο."
«...Ἡ γνώση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας, καί μέσα ἀπό αὐτήν ἡ προσέγγιση βασικῶν ἀρχῶν τῆς ἑλληνικῆς παιδείας,
προσφέρει στόν ἀπόδημο Ἕλληνα μιά ταυτότητα καταγωγῆς πού τοῦ ἐξασφαλίζει ψυχική, κοινωνική καί πνευματική ἰσορροπία.
Σ’ αὐτό, βεβαίως, θά συμβάλλει καθοριστικά καί ἡ, μέσα ἀπό τήν ἑλληνική πάλι γλώσσα, βίωση τῶν διδαγμάτων τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς πίστης.
Κι ἀπό κοντά ἡ παράδοση ἡ ἑλληνική, τά ἤθη καί τά ἔθιμα, τά τραγούδια καί οἱ χοροί, τά παραμύθια καί οἱ γιορτές, ὅλα ἐκφρασμένα σ’ ἑλληνική γλώσσα...
Τό παγκόσμιο γόητρο τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας καί τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ...
λειτούργησε διττά στόν ἀπόδημο Ἕλληνα: ὡς συνείδηση ταυτότητας καί ὡς αἴσθηση «ἀρχοντιᾶς».
...Ἄν ἀποσπαστεῖ ἀπό τόν κορμό τῆς καταγωγῆς καί ἀπό τίς ρίζες του.. . θά αἰσθανθεῖ χωρίς ρίζες, χωρίς ἄξονες ἀναφορᾶς, χωρίς τόπο καταγωγῆς.
Κάθε λέξη, κάθε τραγούδι, κάθε πείραγμα, κάθε ἱστορία, κάθε παραμύθι, κάθε διήγηση στή γλώσσα τῆς καταγωγῆς
εἶναι μιά ἄσκηση ἰθαγένειας, μιά δημιουργική καί ἀνανεωτική σύνδεση μ’ ἕναν κόσμο πέρα ἀπό τή λογική καί τήν καθημερινότητα...» (σελ.248-249)
«Ἡ παιδεία τῶν πολιτῶν τῆς Ἑνωμένης Εὐρώπης, γιά νά μπορεῖ ν’ ἀποτελεῖ ἰσχυρό συνεκτικό δεσμό πάνω ἀπό γεωγραφικά ὅρια,
θά καταφεύγει πάντα στίς πρῶτες ἔννοιες καί θεμελιώδεις πηγές τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ,
πού ἀποτυπώθηκαν στά μεγάλα κείμενα τῶν ἀρχαίων κλασσικῶν καί τοῦ χριστιανισμοῦ.
Αὐτή μπορεῖ νά ἀποδειχθεῖ καί ἡ κυριότερη προσφορά πού μπορεῖ νά δώσει στήν Εὐρώπη ἡ Ἑλλάδα,
τοῦτος ὁ τ ό π ο ς γ λ ώ σ σ α ς κ α ί ἱ σ τ ο ρ ί α ς .» (σελ.23)
Comments
- No comments found
Leave your comments
Post comment as a guest